Σάββατο 25 Μαΐου 2013

χίλιες φορές ναμαγαπάκηδες, παρά ναμεπροσεχούληδες...


Μακράν με διαφορά το soundtrack της θυματοποίησης...
(Δεν θα αναφερθώ στην αντιπάθεια που τρεφω στα πρόσωπα των δημιουργών παρά θα μείνω στους στίχους...)

Έλα κοντά μην κάνεις πίσω
Γιατί να έρθω εγώ; 
Πόδια δεν έχεις να τα πάρεις και να ‘ρθεις;

το χέρι κράτα μου στα σκοτεινά
Μπα στα σκοτεινά; Στα φωτεινά τι θα σου κρατάω; Θέση;

Έλα κοντά να σου μιλήσω
Δεν φαίνεται ότι πιστεύει ότι “τα λέει” ωραία;
Νάρκισσος!!!

γι’ αυτά που μέσα δε χωράνε πια
Το γνωστό σύνδρομο της χέστρας: χέζω και φεύγω…

Να με προσέχεις
Να μια στιγμή αλήθειας, να το το λάθος:
κανένα έγκλημα δεν είναι τέλειο! 
Το ομολογεί! Πρόσεχε!

γιατί έχω πέσει χαμηλά, έχω πέσει χαμηλά
Πόσο; Με τρομάζεις! Πού έχεις σκορπιό;

μάτια μου γλυκά, να με αντέχεις
Και γλύψιμο και αντοχή; 
Στο σεξ μάλλον δεν σε έχουν πει και Lara Croft…

να με προσέχεις
το ξαναλέει…

μέχρι να σηκωθώ ξανά
Α, να τα μας… όταν σηκωθείς φαντάζομαι θα την κάνεις 
ή θα αρχίσεις να ρίχνεις εμένα;

λίγο ακόμα μοναχά
Έτσι είπαν και στον Άτλαντα και στο Σίσσυφο…

μάτια μου γλυκά να με αντέχεις
ό.π.

να με προσέχεις
ό.π.

Έλα κοντά, το κόσμο κρύψε
Μάλιστα όχι μόνο δεν παραδέχεσαι ότι εσύ κρύβεσαι 
από το κόσμο 
(ο οποίος να φανταστώ ότι “δεν σε καταλαβαίνει”, 
“δεν αναγνωρίζει την αξία σου”, 
“δεν σου προσφέρει όλα αυτά που σου αξίζουν” κτλ, κτλ) 
αλλά επιπλέον, θέλεις εγώ να βάλω πλάτες, 
ώστε λίγο πριν με χωρίσεις να με πεις και εξουσιάστρια;
Ε; Το βρήκα; 

τον κόσμο αυτό που μου ζητά πολλά
Τα απαραίτητα σου ζητάει, ρε μαλάκα:
να κρατας τα ίσα! Γαμώ την επανάστασή μου…

Έλα κοντά μια σπίθα ρίξε
Δεν φοβάσαι μη ρίξω σπίρτο και πυρποληθείς 
κι αυτή η αγάπη στα άστρα σ’ ανεβάσει 
κι αυτά μετά θα σε μαλώνουμε 
που περπατάς τις νύχτες;

να βγει απ' τη στάχτη μου ξανά φωτιά
ένα έχω να σου πω: παλιό, κλασικό κι αγαπημένο:

Μαλάκα…




































ΥΓ1 Έλεος πια με τον Μελωδία...
ΥΓ2 Α κι ένα ακόμη: http://www.youtube.com/watch?v=KMnCkg8dJXI


Τρίτη 14 Μαΐου 2013

περιμένω μια ηλιαχτίδα....

Διόρθωση επί του πιεστικού επικού πιεστηρίου:
Σε ευχαριστώ, Χριστούλη μου και Παναγίτσα μου, πριν ακόμη αναρτήσω, ανάστησα! Εμφανίστηκε το φιλμ… ήλιος με δόντια…
Αν, πατάκι μου, αν στέγνωνες;



Δευτέρα 13 Μαΐου 2013

το νεοκλασικό μοντέλο της μαμάς μου


            Είδαν το έμβρυο τρομαχτικά μεγαλωμένο. Δίχως να γεννηθεί έσπρωχνε από μέσα τα διαφανή ελάσματα του αμνίου. Τυλιγμένο στις βυσινιές του θήκες έπιανε ολόκληρο το σώμα της γυναίκας.
            Τεράστιο έμβρυο θηλυκό που επάλευε και τέντωνε την μήτρα και με αγωνία πάλευε για να απελευθερωθεί από το αιματωμένο δίχτυ της μάνας. Να ελευθερωθεί και όχι από το σώμα εκείνης της μάνας και σα να πάλευε να βγει σε άλλο κόσμο. Αυτόν που είναι πιο πάνω από το δικό μας και προς αυτόν παράσερνε και την μητέρα και την ξέσκιζε. Όμως αυτή δεν άντεξε κι όσο μπόρεσε κράτησε κι έπειτα αφανίστηκε. Πιασμένο μέσα στο σώμα της γυναίκας και την εκτόπισε στο τέλος. Τώρα την χώνευε αργά. Έβλεπες εκείνο που δημιουργείται να δημιουργεί. Αναποδογύρισε η σειρά του κόσμου και ήταν σα να γυρνά προς τα πίσω το γέννημα και να γεννά αυτόν που τον γεννούσε. Η γυναίκα είχε μικρύνει φριχτά κι είχε καταντήσει ένα αποξηραμένο σώμα μικροσκοπικό.
            Μια μικρή γυναίκα κι ακόμα ζωντανή από τον ομφαλό εκείνου του πελώριου εμβρύου. Καταποντισμένη μάνα και βλαισή να ακολουθά ρουφηγμένη. Με μιαν αβουλία ακολουθούσε τις άγριες κινήσεις του παιδιού της. Οι μικρές και αθώες κινήσεις με θανάσιμο κόπο επαναλάμβαναν  τις ταραγμένες κινήσεις του παιδιού και φαίνονταν να υποφέρει μαρτυρικά. Παραδέρνει στρεβλωμένη και γυρτή επάνω στην χοντρή κοιλιά που έπαλλε και ανεβοκατέβαινε με βία του εμβρύου. Σαν παρασυρμένη από άγριο ρεύμα συστρεφόταν απάνθρωπα και κάθε λίγο τινάζονταν. Στο ατελείωτο τράβηγμά της έπεφτε και συνθλιβόταν κι από το στόμα της έβγαινε ένα σφύριγμα κι ένας μικρός αφρός και τα μαλλιά της κατάμαυρα και λαδωμένα. Εστήλωνε συνέχεια το βλέμμα της λοξά κι όλο το όμμα της με τρόμο ανεστραμμένο προς το παιδί σα να του ξέφευγε που την εκυνηγούσε.
Αυτή η γέννα δεν ετελείωνε.

Χειμωνάς Γ.
           
            Ως βάση του κτιρίου η πάγια θέση μου πως η φράση “θέλω να γεννήσω το παιδί του” δεν γίνεται κατανοητή, αφού άλλωστε είναι ειπωμένη σε μία γλώσσα που δεν μεταφράζεται. Ως κορμό, πάνω από τη βάση τις προσπάθειες ψ-ανάλυσης και θεραπείας. Όχι γιατρειάς. Άλλωστε η αστική μου ματιά δεν θα επέτρεπε την γιατρειά. Τότε η απασχόληση μου θα γινόταν δημιουργία και ο κόσμος θα άλλαζε, Κεμάλ… Ως στέψη του τη σχέση ή μη σχέση των δύο φύλων και την τοποθέτηση του στο χρόνο, σε μια Αθήνα που σήμερα το απόγευμα είδε να την στεφανώνει ένα ουρανιο τόξο που οδήγησε σε μία Σελήνη μόλις 2 ημερών…
     Μετά θα αφήσω από τα υψίκορμα παράθυρα να μπουν στοιχεία μυθιστορηματικά ή ρομαντισμού ακόμη και επιστημονικά. Λίγο πριν τη θεμελίωση θα συγκεκριμενοποιήσω πως η απαραίτητη συμμετρία, ώστε όλη αυτό το εγχείρημα να επιτύχει διασφαλίζεται από την άμεση και απόλυτη σύνδεση του με το φαινόμενο της ζωής του ανθρώπου, κι ο τελευταίος άλλωστε είναι συμμετρικός. Κι η αρχιτέκτονας ήταν συμμετρική. Το θυμάμαι. Μας το έδειξε στο σχολείο.
           

            Εν ολίγοις, αυτό που σήμερα όλη μέρα επρεπε να κάνω ήταν να περιγράψω ένα νεοκλασικό και να πάρω τη μαμά μου τηλέφωνο. Αυτό που έκανα ήταν να ψάχνω εικόνες της Τήνου αναλόγιζόμενη το μοναδικό ταξίδι που πήγα ποτέ με τη μαμά μου. Εκείνη ανησυχούσε για τη σχέση της με τον ουρανό γονατισμένη στα τέσσερα. Από τότε και μέχρι σήμερα εγώ προσπαθώ να τακτοποιήσω μέσα μου αυτή της την σχέση, άλλοτε ενοχικά και άλλοτε δημιουργικά. Βρήκα λοιπόν, έναν περιστερώνα. Τα μισώ τα περιστέρια. Τα λύτρα της απαγωγής της νιότης της θα τα αφήσω τελικά, μπροστά σε έναν Τηνιακό περιστερώνα.
            Κι αν προσπαθώ 22 χρόνια να χτίσω στο μυαλό μου νεοκλασικά κτίρια, που να με εντυπωσιάζουν, δεν φταίει η μαμά μου. Τα χτίζω μόνο για την κόρη μου. Σήμερα το κατάλαβα. Δεν θα με δει να γονατίζω για να βρω τη σχέση μου με τον ουρανό. Ούτε θα ακούσει από μένα ποτέ για περιστέρια. 
Θα της μάθω να πιάνει ποντίκια. 
Με ξώβεργες.

Παρασκευή 10 Μαΐου 2013

η ζωή είναι ένα όνειρο, ευτυχώς κι εσύ


Στην πλατεία του Γκαζίου κατεβήκαμε για να συνεχίσουμε την Δυναστεία που είχαμε ξεκινήσει μέρες τώρα. Δεν πέρασα όλα τα τοιχάκια της πλατείας. Τους κοιτούσα από μακρυά. Ο J δεν κατάλαβα πώς, έφτασε δίπλα τους. Θαρραλέος πάλι. Σκέφτηκα πάλι. O J γελούσε με ειλικρίνεια. Γελούσε και κινούνταν ανάμεσά τους, δείχνοντάς τους συμπάθεια. Πάντα το κάνει. Τον έβλεπα να κινείται πίσω και μπρος, κάνωντας αυτιστικές κινήσεις και κάθε τόσο η μπέρτα του άλλου να ανεμίζει. Σχεδόν τον ακουμπούσε.
Ξαφνικά, χωρίς να μπορώ πια να διακρίνω τον J – μα πού χάζευε;-  ο άλλος άρχισε να κινείται προς το μέρος μου. Σκέφτηκα ότι κάνω λάθος και δεν θα ‘ρθει. Άλλωστε δίσταζα να φωνάξω. Κι αν έκανα λάθος; Κι δεν ερχόταν προς τα εμένα; Θα χάναμε όλο το παιχνίδι. Είχε φτάσει στα δέκα βήματα και δεν άντεξα: άρχισα να ουρλιάζω!
Ο J μ’ άκουσε, πέταξε την σαμπάνια, το ποτήρι έσκασε και έγινε χίλια κομμάτια πάνω στο τοιχάκι, εκεί που οι ποδηλάτισσες ακουμπούν τα ποδήλατα τους και κοίταξε μια εμένα και μια τον άλλο. Ευτυχώς, ο Άλλος σταμάτησε και κατάλαβε. Ευτυχώς ο Μπάτμαν δεν μου ζήτησε ποτέ το τηλέφωνό μου. Ο J τον είχε σταματήσει. Νικήσαμε πάλι.



Τι τα θες τώρα;
Τι να ρωτήσω;
Τι να απαντήσω;
Η ψημένη στην υγειά σου, τα τοξωτά μπαλκόνια του Έλενα και ο μόνιμος μουσικός μου λόξιγκας μαζί με το φρέσκο χρυσό ντέρμπι της ΙΟΝ ταξιδεύουν την Άλισον στη Σουηδία. Κι εγώ πίσω, στις αλυκές της ζωής να μυρίζομαι το αλάτι και να φοβάμαι πάντα την εκλαμψία.

Σε ευχαριστώ, μικρή μου ψυχανάλυση.
Σε ευχαριστώ που με πήδηξες κι απόψε.

Τρίτη 7 Μαΐου 2013

για το γυρισμό, στο πιισωγύρισμα, από το γύρω γύρω, κατά το συγύρισμα...



-Πάρε όσα αυγά περίσσεψαν, είπε, και μια ντουζίνα κονσέρβες σολομό. Δώσε τα στην ψυχοκόρη σου να μην πάνε χαμένα. Κάθε πρωί ερχόταν και μου γέμιζε το θερμός νερό.
Της τό'πα.
-Τώρα είμαι πλούσια, είπε. Καμιά σ'όλα τα Σαμπάν δεν έχει το βιος μου.
Κατέβασε το κεφάλι της.
-Το ευχαριστώ είναι πρόστυχη πληρωμή. Όταν δυο άνθρωποι ζούνε ο ένας με την ανάσα του άλλου δε χωράει πληρωμη.
-Θα ξαναγυρίσω, της είπα.
-Κανείς δεν ξαναγυρίζει. Ο καλός Δράκος κατεβαίνει στα σπίτια μας μονάχα μια φορά. Πολλοί δεν τον έχουν ούτε συναντήσει. Εγώ τον είδα.
-Τότε γιατί δεν τον δένεις με σκοινί της Μανίλλα, να μη σου φύγει.
-Όσοι τον αγγίσανε μίκρυνε. Έγινε ένα σκουλήκι ίσαμε το νύχι μου. Σκλαβωμένος δε μπορεί πια να κάνει καλό.
-Πώς είναι;
-... είναι κεντημένος με χρυσές κλωστές σε μεταξωτό του Σαντούνγκ.
-Και πώς βοηθάει;
-Δε βοηθάει. Προλαβαίνει. Όταν κάποιος πέσει στο ποτάμι, κανείς δικός του δεν τον βοηθάει. Δεν πρέπει. Το σωστό είναι να τον προλαβαίνουν πριν πέσει.
Είναι νάνος, σκέφτηκα. Δεν είναι φυσικό να μιλάει έτσι.
-Την αλήθεια, πες μου την αλήθεια, της είπα. Πόσο χρονών είσαι;
-Όσο και προχτές που με ρώτησες. Δέκα. Μα γιατί ρωτάς;
Ν.Καββαδίας


Υ.Γ. εσύ που έκανες μέρες να κατεβάσεις ένα video clip όταν σε γνώρισα...κι ας είσαι ανυπόμονος

εσύ που πριν από 6 χρόνια με πέρασες στην απέναντι θάλασσα μέσα στην αγκαλιά σου ακούγοντας bjork (http://www.youtube.com/watch?v=S1QtZqCiP7s) ... 

κι ας μη σ' αρέσουν οι γκόμενες που κρυώνουν

εσύ που θυμώνεις με τα κομπλιμέντα μου, αλλά έχεις θαυμάσει την κάτω γραμμή των ματιών μου... κι ας μην τρώω όλο το φαγητό μου

εσύ που φέτος μου αγόρασες χρόνο, ενώ στην Κοπεγχάγη μου αγόραζες καραμέλες... 

κι ας μην σ΄άφησα να με πας στη γοργόνα

εσύ που μπήκες μόλις στο skype... 

κι ας μην έχεις καλό δίκτυο στο νησί

εσύ θα είσαι για πάντα το αγόρι μου που δεν μεγαλώνει ποτέ...
κι ας μην είμαι η tinkerbell

αυτό ήταν για σένα, χωρίς ενοχές


Δευτέρα 6 Μαΐου 2013

για τις χαμένες παρτίδες




Το ξένο τις τελευταίες εβδομάδες φτιάχνει σπίτια μέσα στο σπίτι μου.



Μη συμβατικές οικογένειες...λέξεων!


Ξένοι, ξένες, μετανάστες, πρόσφυγες αγαλματάκια ακούνητα.



Ετερότητα, παπάδες και φορέματα.



Αερικά, Σκωτίες και σκοτίες.



Το ξένο είναι πιο γλυκό, φεύγω ή μένω.

(Κατά πόσο κάτι ξένο είναι διαφορετικό ή/και μοναδικό...

Αν μπορούν πολλά ξένα μαζί να έχουν συλλογική μνήμη;

Ένας ξένος παίρνει και δίνει συμβουλές;

Σε ποιο βαθμό κάτι ξένο μπορεί να σε αδικεί;)
Σίγουρα το ξένο θα αποδειχτεί ακαταμάχητο, όταν θα σε υπερασπιστεί
Το παλικάρι που πολεμάει για την ξένη βασιλοπούλα 
ΙΑΣΩΝ
Δεν είναι η πρώτη τούτη, παρά κι άλλεςτόδα φορές τι αγιάτρευτο κακό 'ναιτο στρυφνό φυσικό. Νά, κ' εσύ μπόριεςνα ζεις στη χώρα τούτη και το σπίτι, 
αν τάχες με άλαφρή καρδιά παρμένατα θελήματα, εκείνων που αφεντεύουν·

αμή οι μωρολογιές σου θα σε διώξουν. 
Κ' έμενα τί με κόφτει; Να μην πάψεις 
ποτέ να λέγεις πως χειρότερο άντρααπό τον Ιάσονα δεν είδες άλλον! 
Μα για όσα στους αρχόντους έχεις σύρει, 
κέρδος σου θάναι, μάθε, η εξορία. 
Πάντα μου εγώ το θυμωμένο ρήγα 
πάσκιζα να γλυκαίνω στην οργή του, 
και σ' ήθελα να μένεις εδώ πέρα· 
μα την τρέλα σου εσύ δεν την κρατούσεςκ', όλο καταλαλούσες τους αρχόντους· 
λοιπόν από τη χωρά θα σε διώξουν.  
Μα τους δικούς μου εγώ, μηδέ και τώρατους έχω απαρνηθεί, και νά με πούρθα

για να γνοιαστώ την τύχη σου, γυναίκα, 
να μη σε διώξουν με άδεια χέρια εδώθεμε τα παιδιά και βρεθείς στην ανάγκη, 
τι η εξορία πολλά μαζί της σούρνειβάσανα. Κι όσην έχτρα και να μούχεις, 
δε θα μπορούν να θέλω το κακό σου.
Η ξένη γλώσσα που υιοθετεί μια παροιμία της καρδιάς σου:
Ο ξένος τύπος που γράφει την αλήθεια σου:
















Η ξένη προσωπογραφία που γίνεται καθρέφτης, φτιάρι, κλειδί, και εισητήριο: